Τα Αμπελάκια πρέπει να συνοικίστηκαν στα τέλη του 16ου αιώνα. Η μεγάλη ακμή τους σημειώθηκε στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα, οπότε αναδείχτηκαν σε ένα από τα πιο σημαντικά βιοτεχνικά κέντρα του βαλκανικού χώρου. Στα μέσα του 18ου αιώνα ιδρύθηκαν οι πρώτες συντροφίες, οι οποίες μέχρι το 1770 έφτασαν να απασχολούν 1000 τεχνίτες. Το 1780, ως αποτέλεσμα της ζήτησης των υφασμάτων, ιδρύθηκε η «Κοινή Συντροφία και Αδελφότης των Αμπελακίων», στην οποία συνεταιρίστηκαν οι βιοτέχνες και οι έμποροι που ασχολούνταν με την επεξεργασία του βαμβακιού και τη διάθεση των υφασμάτων. Στην Κοινή Συντροφία, όσοι δεν είχαν τα χρήματα που απαιτούνταν ώστε να θεωρούνται μέλη του συνεταιρισμού, ξεπλήρωναν τη μία τουλάχιστον μερίδα που έπρεπε να κατέχουν με όσα κέρδιζαν δουλεύοντας. Η διανομή των κερδών γινόταν στο τέλος κάθε χρονιάς από τη Γενική Συνέλευση, αφού αφαιρούνταν από τα έσοδα οι απαιτούμενες δαπάνες για τους φόρους στο οθωμανικό κράτος, τα κοινωφελή έργα της κοινότητας και τα φιλανθρωπικά έργα.
Οι συμμετέχοντες στη Συντροφία εξέλεγαν επτά «επιστάτας και προεστώτας», που βρίσκονταν στα Αμπελάκια και τρεις «επιστάτας και διοικητάς», που έδρευαν στη Βιέννη. Το υποκατάστημα της Βιέννης με την επωνυμία «Γ. Σβαρτς και Σία» ήταν το κέντρο της διάθεσης των κόκκινων βαμβακερών υφασμάτων που παράγονταν στα Αμπελάκια και εξάγονταν στη Δυτική Ευρώπη. Πρακτορεία του συνεταιρισμού των Αμπελακίων υπήρχαν στη Θεσσαλονίκη, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, την Οδησσό, την Πέστη, την Τεργέστη, τη Λειψία, τη Δρέσδη, τη Λυών, τη Ρουέν, το Αμβούργο και το Λονδίνο.
Το 1797 λειτουργούσαν στα Αμπελάκια 24 εργαστήρια. Ο πληθυσμός της κοινότητας είχε φτάσει τους 6.000 κατοίκους, οι 2.000 από τους οποίους εργάζονταν στη βαφή των νημάτων. Ιδρύθηκε τότε η Ελληνική Σχολή Αμπελακιωτών, στην οποία δίδαξαν μεταξύ άλλων ο Νεόφυτος Δούκας, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς και ο Κωνσταντίνος Κούμας. Με χρηματοδότηση του συνεταιρισμού εκδόθηκε το 1804 το Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας του Άνθιμου Γαζή. Μεγάλο πλήγμα στην εμπορική δραστηριότητα της Συντροφίας προκάλεσε το 1811 η πτώχευση της αυστριακής τράπεζας όπου ήταν κατατεθειμένο σημαντικό μέρος του κεφαλαίου της. Στην παρακμή του συνεταιρισμού συνέβαλε τόσο η διχόνοια μεταξύ των συνεταίρων όσο και η μείωση των εσόδων λόγω της φορολογίας που επέβαλε ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων. Η βασικότερη μάλλον αιτία της διάλυσης της Συντροφίας ήταν η αδυναμία των Αμπελακιωτών να συναγωνιστούν στις τιμές τα προϊόντα της βρετανικής υφαντουργίας, που είχαν αρχίσει να κατακλύζουν τις ευρωπαϊκές αγορές.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
• Διαμαντοπούλου Αναστασία Διαμ., Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική –Αμπελάκια, Εκδ. Οίκος «Μέλισσα», Αθήνα 1986.