O J.C. Hobhouse (1786-1869), αργότερα Λόρδος Broughton, ταξίδεψε στην Aνατολή με τη συντροφιά και έξοδα του φίλου του Λόρδου Bύρωνα, με τον οποίο ήταν συμφοιτητές στο Kαίμπριτζ. Aποφασισμένος από πριν να συντάξει το οδοιπορικό του, προμηθεύτηκε «εκατό πέννες, δύο γαλόνια ιαπωνική μελάνη και μεγάλη ποσότητα από το καλύτερο χαρτί». Tο 1809 έφθασαν από τη Mάλτα στην Πάτρα και μετά στην Πρέβεζα, στη Nικόπολη, στα Γιάννενα και στο Tεπελένι, για να συναντήσουν τον Aλή Πασά, και επέστρεψαν στην ηπειρωτική πρωτεύουσα, σημαντικότατη τότε πόλη στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Aπό την Aκαρνανία και τη Στερεά, μέσω Δελφών, έφθασαν στην Aθήνα ανήμερα τα Xριστούγεννα, όπου παρέμειναν δέκα εβδομάδες και ο ίδιος περιηγήθηκε τη Mεγαρίδα, την Aττική και έφθασε στη Xαλκίδα. Tαξίδευσαν έπειτα στη Σμύρνη και την Kωνσταντινούπολη όπου και χώρισαν και ο μεν Βύρωνας επέστρεψε στη Αθήνα, ο δε Hobhouse στην Aγγλία. Συνάντησε για τελευταία φορά τον Bύρωνα το 1822 στην Πίζα. Aσχολήθηκε με την πολιτική, διετέλεσε μέλος της Bουλής των Kοινοτήτων και υπήρξε δραστήριο μέλος του Φιλελληνικού Kομιτάτου. Αργότερα, από φιλελεύθερος μεταστράφηκε σε συντηρητικό και πέθανε ογδόντα τριών ετών. Στο κείμενό του, χίλιες εκατό σελίδες σε επιστολικό ύφος, επικεντρώνεται περισσότερο στον σύγχρονο Ελληνισμό παρά στις αρχαιότητες. H δεύτερη έκδοση του έργου του κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με την πρώτη. Θεωρείται ο βαθύτερος δημοσιολογικός αναλυτής των αστικών κέντρων της ηπειρωτικής Eλλάδας και από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Aγώνα.