Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 η Λευκάδα καταλήφθηκε από τους Βενετούς αλλά λίγα χρόνια αργότερα το νησί συμπεριλήφθηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Το 1477 την κατέλαβαν οι Οθωμανοί οι οποίοι με εξαίρεση ένα σύντομο διάστημα στις αρχές του δεκάτου έκτου αιώνα κυβέρνησαν το νησί για δύο αιώνες. Μετά τη συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699, οι Βενετοί προσάρτησαν τη Λευκάδα, την οποία κατείχαν στρατιωτικά από το 1684. Ο πληθυσμός τότε ήταν 9.000 κάτοικοι αλλά μέχρι το 1778 είχε ανέλθει σε 15.000, και το 1865 στο νησί κατοικούσαν 21.019 άτομα. Οι Βενετοί εγκατέστησαν στον νησί εποίκους από την Κρήτη, την Πρέβεζα, τη Χίο, την Ακαρνανία και την Κεφαλλονιά. Η Λευκάδα διοικείτο σύμφωνα με καταστατικό χάρτη: «Προνόμια της κοινότητας της Αγίας Μαύρας». Κυριότερα προϊόντα του νησιού ήταν το αλάτι, το λάδι, το μέλι και το κρασί.
Το νησί ακολούθησε την πολιτική και κοινωνική κυρίως πορεία της Κέρκυρας (βλ. Ιστορικό Σημείωμα Κέρκυρας). Το 1797 προσαρτήθηκε από τους Γάλλους, οι οποίοι κατέλυσαν το αριστοκρατικό πολίτευμα. Το 1798 όμως την κατέλαβαν οι δυνάμεις των Ρώσων και των Οθωμανών. Από το 1800 ως το 1807 αποτέλεσε μέρος της «Πολιτείας των Ηνωμένων Επτά Νήσων» υπό οθωμανική επικυριαρχία. Το 1807 το νησί παραχωρήθηκε ξανά στη Γαλλία. Το 1815 συμπεριλήφθηκε στα «Ηνωμένα Κράτη των Ιονίων Νησιών» υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1864, μετά την εκλογή του Γεωργίου Α΄ στον ελληνικό θρόνο, το νησί παραχωρήθηκε στην Ελλάδα.
Λίγα σχετικά είναι τα ταξιδιωτικά κείμενα για τη Λευκάδα ως τα μέσα του 18ου αιώνα και περιορίζονται στον χώρο της πόλης, του Φρουρίου και των ανατολικών ακτών. Η Λευκάδα ήταν κυρίως τόπος διέλευσης για περαστικούς ταξιδιώτες με προορισμό την Ήπειρο ή την Ακαρνανία. Το ακρωτήριο Λευκάτας, απ’ όπου λέγεται ότι πήδησε η Σαπφώ, ένωσε τον λόγιο ρομαντισμό με την αρχαία μυθολογία και γραμματεία, και έγινε από τον 18ο αιώνα λυρικό στερεότυπο σε όλα τα περιηγητικά κείμενα.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Ροντογιάννη Π., Ιστορία της νήσου Λευκάδος, τ. Α’-Β’, (ανατύπωση), Αθήνα 2006.
Σπύρος Ι. Ασδραχάς, Πατριδογραφήματα, Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, Αθήνα 2003.