Η Κόρινθος υπήρξε σημαντικό διοικητικό και εμπορικό κέντρο σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου. Στα τέλη του δωδέκατου αιώνα είχε περιέλθει μαζί με την υπόλοιπη Κορινθία και Αργολίδα στην κυριαρχία του τοπικού άρχοντα Λέοντα Σγουρού αλλά από το 1208 αποτέλεσε μέρος του Πριγκηπάτου της Αχαΐας υπό τον Γουλιέλμο Βιλλαρδουΐνο. Το 1358 ο πρίγκηπας της Αχαΐας Ροβέρτος παραχώρησε την Κόρινθο στο Νικόλαο Ατζαγιόλι. Το 1395 την κατέλαβε ο δεσπότης του Μυστρά Θεόδωρος Παλαιολόγος, ο οποίος πέντε χρόνια αργότερα την πούλησε στους Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου. Το 1404 όμως οι κατοικοι εξεγέρθηκαν και υποχρέωσαν τον Θεόδωρο να παραχωρήσει στους Ιωαννίτες την κομητεία των Σαλώνων αντί για την Κόρινθο. Οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κόρινθο το 1458. Κατά τη διάρκεια των δεύτερων Βενετο-Οθωμανικών πολέμων το 1687, η πόλη κατελήφθη από τα στρατεύματα του Φραγκίσκου Μοροζίνι. Οι Οθωμανοί την πυρπόλησαν πριν την εγκαταλείψουν. Το 1692 ξαναπυρπολήθηκε από τον Μανιάτη πειρατή Λιβέριο Γερακάρη ή Λιμπεράκη, ο οποίος επιδίωξε να την ανακαταλάβει επικεφαλής οθωμανικών δυνάμεων. Το 1715 προσαρτήθηκε και πάλι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η καίρια γεωγραφική της θέση μεταξύ του Σαρωνικού και του Κορινθιακού κόλπου συνέβαλε ιδιαίτερα στην ανάπτυξη της πόλης. Το κάστρο του Ακροκορίνθου εξάλλου ήλεγχε την πρόσβαση στην Πελοπόννησο. Η πόλη όφειλε εντούτοις την ακμή της κυρίως στην παραγωγή της κορινθιακής σταφίδας. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα συγκροτήθηκε μια ισχυρή ομάδα γαιοκτημόνων, η οποία διέθετε μεγάλη ισχύ. Όταν ο ρωσικός στόλος κατέπλευσε στο Αιγαίο το 1770, οι κάτοικοι εξεγέρθηκαν και πολιόρκησαν την οθωμανική δύναμη στον Ακροκόρινθο. Αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία όμως όταν εισέβαλαν στην Πελοπόννησο σώματα ατάκτων Αλβανών. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, η ακρόπολη παραδόθηκε στις ελληνικές δυνάμεις στις 14 Ιανουαρίου 1822, και ορίστηκε προσωρινή έδρα της ελληνικής κυβέρνησης. Την ανακατέλαβε όμως ο Δράμαλης και τελικά οι οθωμανικές δυνάμεις αποχώρησαν το 1829. Στην πόλη είχαν απομείνει τότε 154 οικογένειες. Η πόλη καταστράφηκε αρκετές φορές από σεισμούς. Μετά τον σεισμό του 1857 ανοικοδομήθηκε στη σημερινή της θέση αλλά καταστράφηκε και πάλι ολοσχερώς στον σεισμό του 1928.
Η Κόρινθος στα περιηγητικά έργα
Από τα τέλη του 16ου και μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα, η Κόρινθος εμφανίζεται στις διαδρομές των ταξιδιωτών ως σταθμός αναγκαστικός και πάντως ελάχιστα επιθυμητός. Αργότερα όμως, όσα διαδραματίστηκαν στην Κόρινθο κατά τη διάρκεια των βενετοτουρκικών πολέμων του 17ου αιώνα αποτυπώνονται στα κείμενά τους ως μία ακόμη ένδοξη σελίδα στην ιστορία των χριστιανικών δυνάμεων, και η πόλη αποκτά μεγαλύτερη σημασία στις ταξιδιωτικές αφηγήσεις. Από τα μέσα του 18ου αιώνα και μέχρι την έναρξη της Eλληνικής Eπανάστασης αυξάνεται ολοένα το ενδιαφέρον για τον αρχαιολογικό της πλούτο. Tέλος, τον 19ο αιώνα, αναδεικνύονται πτυχές της καθημερινότητας της, αλλά και εικόνες από τα εντυπωσιακά δημόσια έργα της εποχής.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Αντωνίου Μηλιαράκη, Γεωγραφία πολιτική νέα και αρχαία του νομού Αργολίδος και Κορινθίας, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1886.
Μιχαήλ Σ.Κορδώσης, Συμβολή στην ιστορία και τοπογραφία της περιοχής Κορινθου στους Μέσους Χρόνους, Αθήνα: Καραβίας, 1981.