Χανιά

Κείμενα | Εικόνες | Ιστορικό Σημείωμα

Ιστορικό Σημείωμα

    Τα Χανιά – πιθανότατα το όνομα είναι παραφθορά του αραβικού (Rhabdh-el-djebn) – βρίσκονται στη θέση της αρχαίας Κυδωνίας. Οι Βενετοί κατέλαβαν τα Χανιά το 1210 και, σύμφωνα με έγγραφο του 1252, εγκατέστησαν στην περιοχή ομάδα αποίκων στους οποίους παραχώρησαν γαίες. Δεν είναι σαφές αν οι νέοι κάτοικοι ενίσχυσαν τον πληθυσμό της πόλης ή επανακατοίκησαν την περιοχή η οποία είχε εγκαταλειφθεί. Οι έποικοι εγκαταστάθηκαν στο εσωτερικό του βυζαντινού τείχους γύρω από τον λόφο του Καστελλίου, ο οποίος και οχυρώθηκε. Στο χώρο της ακρόπολης οικοδομήθηκαν ο καθεδρικός ναός, το διοικητήριο και οι κατοικίες των ευγενών. Το 1293, στη διάρκεια της εξέγερσης του Κρητικού ευγενή Αλέξιου Καλλέργη, κυρίευσαν τα Χανιά οι Γενουάτες αλλά τρία χρόνια αργότερα τα ανακατέλαβαν οι Βενετοί. Στις αρχές του 14ου αιώνα άρχισε να κατασκευάζεται το τεχνητό λιμάνι των Χανίων με τα νεώρια, ενώ από τα μέσα του ίδιου αιώνα η πόλη άρχισε να επεκτείνεται έξω από τα τείχη, στους «ξώμπουργους». Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, οι Βενετοί έδειξαν συστηματική μέριμνα για την ενίσχυση των οχυρώσεων σε όλες τις πόλεις της Κρήτης και την κατασκευή περισσότερων οχυρών στην ύπαιθρο. Τις νέες οχυρώσεις των Χανίων με καρδιόσχημους προμαχώνες σχεδίασε ο μηχανικός Michele Sanmicheli από τη Βερόνα. Στην περίοδο αυτή διαμορφώθηκε και το σχέδιο της πόλης, το οποίο διατηρήθηκε ως σήμερα, με τον κεντρικό δρόμο (Ruga Maistra) που συνδέει το λιμάνι με την Πύλη του Ρεθύμνου. Το 1645, μετά από πολιορκία πενηντα επτά ημερών, οι Οθωμανοί κατέλαβαν τα Χανιά.

    Μετά την οθωμανική κατάκτηση οι Μουσουλμάνοι εγκαταστάθηκαν στην ανατολική συνοικία (Σπλάντζια), οι Χριστιανοί στη δυτική (Τοπχανάς) και οι Εβραίοι στο κέντρο της πόλης. Οι Οθωμανοί οικοδόμησαν δύο τεμένη, τρία λουτρά και κόσμησαν την πόλη με δημόσιες κρήνες. Η συγκέντρωση του πληθυσμού στο εσωτερικό των τειχών είχε ως αποτέλεσμα την οικοδόμηση πρόσθετων ορόφων στα υπάρχοντα κτίρια ενώ συχνά πυρκαγιές κατέστρεφαν ολόκληρες συνοικίες και η μεγάλη πυκνότητα του πληθυσμού ευνοούσε τη διάδοση επιδημιών. Το 1821, μετά την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, οι Οθωμανοί σκότωσαν 300 Χριστιανούς της πόλης και κρέμασαν στον πλάτανο της Σπλάντζιας τον επίσκοπο Κισσάμου Μελχισεδέκ και τον ιεροδιάκονο Καλλίνικο από τη Βέροια. Από τα μέσα του 19ου αιώνα αρχίζει να αναπτύσσεται η βιοτεχνική δραστηριότητα και αυξάνονται οι εξαγωγές προς τη δυτική Ευρώπη. Στα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούσαν στα Χανιά επτά σαπωνοποιεία, δύο χυτήρια σιδήρου, τρεις ατμοκίνητοι αλευρόμυλοι και το μοναδικό στην Οθωμανική Αυτοκρατορία εργοστάσιο παραγωγής πυρηνελαίου.

    Το 1831 ο Οθωμανός Σουλτάνος παραχώρησε τη διοίκηση της Κρήτης στον αντιβασιλιά της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή. Μετά τη συνθήκη του Λονδίνου το 1840, οι Οθωμανοί ανέλαβαν πάλι τη διοίκηση του νησιού και ξεκίνησε μια περίοδος συνεχών εξεγέρσεων (1841, 1858, 1866-69, 1878, 1895-6) με αίτημα την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Το 1855 μεταφέρθηκε στα Χανιά η έδρα του διοικητή της Κρήτης και η πόλη έγινε το κέντρο των πολιτικών ζυμώσεων για το μέλλον του νησιού. Από την περίοδο αυτή οι πιο εύποροι κάτοικοι και οι πρόξενοι των ευρωπαϊκών δυνάμεων άρχισαν να οικοδομούν τις κατοικίες τους στη συνοικία της Χαλέπας έξω από τα τείχη, όπου το 1878 υπογράφηκε η ομώνυμη σύμβαση με την οποία παραχωρούνταν περιορισμένη αυτονομία στην Κρήτη. Μετά την ίδρυση της Κρητικής Πολιτείας το 1898, τα Χανιά γίνονται η έδρα της Κρητικής Συνέλευσης και του ηγεμόνα πρίγκιπα Γεωργίου, δευτερότοκου γιου του βασιλιά Γεωργίου A’ της Ελλάδας. Η πόλη είχε τότε 4.750 Ελληνορθόδοξους κατοίκους, 2.500 Μουσουλμάνους, 200 Καθολικούς και 150 Εβραίους. Συντάχθηκε τότε νέο πολεοδομικό σχέδιο και άρχισε η κατεδάφιση των βενετικών τειχών. Το 1913 τα Χανιά ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα και το 1923 οι Τουρκοκρητικοί εγκατέλειψαν την πόλη στο πλαίσιο της Ανταλλαγής των Πληθυσμών.

    Ενδεικτική Βιβλιογραφία

    Ξανθουδίδης Στέφανος, Επίτομος ιστορία της Κρήτης : από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ' ημάς. Μετά 30 εικόνων εντός του κειμένου και ενός χάρτου της Κρήτης, Ελληνική Εκδοτική Εταιρεία, εν Αθήναις 1909.

    Ξανθουδίδης Στέφανος, Η Ενετοκρατία εν Κρήτη και οι κατά των Ενετών αγώνες των Κρητών, Texte und Forschungen zur byzantinisch-neugriechischen Philologie, Nr. 34, Byzantinisch-Neugriechischen Jahrbücher, Αθήνα 1939.

    Καλλιβρετάκης Λεωνίδας, «Η Κρήτη 1829-1869, Μεταξύ δύο επαναστάσεων», Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τ. 4, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2003, σελ. 373-388.

    Καλλιβρετάκης Λεωνίδας, «Κρήτη 1871-1913, Το τέλος της Οθωμανικής κυριαρχίας», Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τ. 5, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2003, σελ. 327-342.